Μπορεί να περιμέναμε ότι η προσθήκη του Video Assistant Referee (VAR) θα έλυνε αρκετά προβλήματα δυσπιστίας στο Ελληνικό ποδόσφαιρο, αναφορικά με τον τομέα της διαιτησίας, όμως μέχρι τώρα, με την εφαρμογή του συστήματος, μόνο σε αυτό το συμπέρασμα δεν μπορούμε να καταλήξουμε.
Αρχικά το υπουργείο ψηφιακής διακυβέρνησης αποφάσισε να δαπανήσει κάτι περισσότερο από 10 εκ. ευρώ για την πρώτη 5ετία χρήσης του συστήματος υποβοήθησης των διαιτητών. Από το καλοκαίρι έγινε η προσθήκη του επιπλέον συστήματος της γραμμής του οφσάϊντ, με ένα κόστος άνω των 3 εκ. ευρώ συνολικά. Με περισσότερα από 13 εκ. ευρώ που έχουν βγει από τον κρατικό κορβανά για να μην υπάρχουν σκιές πάνω από την διαιτησία της πρώτης κατηγορίας του ποδοσφαίρου, περιμέναμε, τουλάχιστον, να μας απασχολούν ελάχιστες περιπτώσεις.
Και όμως, σε κάθε αγωνιστική, ομάδες και φίλαθλοι διαμαρτύρονται για φάσεις που έχουν εξεταστεί από το VAR, και όχι άδικα στις περισσότερες περιπτώσεις.
Οι διαιτητές δείχνουν να έχουν επαναπαυθεί στην βοήθεια του συστήματος, με αποτέλεσμα η συμμετοχή τους στην εξέλιξη του αγώνα να περιορίζεται στα απολύτως απαραίτητα! Συνάμα, η ενδελεχής εξέταση των φάσεων από τους διαιτητές του VAR, φτάνει σε τέτοια λεπτομέρεια που η καθυστέρηση χαλάει την μορφή του αθλήματος και αλλοιώνει το αποτέλεσμα, αλλά τον συνολικό χρόνο της διεξαγωγής του κάθε αγώνα. Ειδικά το σύστημα της γραμμής του οφσάϊντ θέλει αρκετή δουλειά, από πλευράς τεχνολογίας, αφού για να τραβηχτεί η γραμμή που βλέπουν και οι διαιτητές αλλά και εμείς, χρειάζεται ανθρώπινη παρέμβαση και δεν γίνεται αυτόματα. Ετσι, στο παιχνίδι του ΟΦΗ με τον Ολυμπιακό, που το σύστημα δεν ανταποκρινόταν για να περαστούν τα στοιχεία και να τραβηχτεί η γραμμή, παρατηρήθηκε μία καθυστέρηση της τάξεως των 4 λεπτών για να αναλυθεί μία φάση η οποία ήταν καθαρή δια γυμνού οφθαλμού.
Κάθε αγωνιστική ημέρα στην Superleague το VAR είναι πλέον ο πρωταγωνιστής, κάτι που δεν εξυπηρετεί σε καμία περίπτωση την διαφάνεια που θέλει να περάσει η ΚΕΔ, η οποία με την σειρά της, μέσω του αρχιδιαιτητή, Μαρκ Κλάτενμπεργκ, μπαίνει στην διαδικασία να δικαιολογεί τις αποφάσεις και τις αδυναμίες του συστήματος.
Είναι πλέον βέβαιο ότι οι ομάδες, οι παράγοντες, ο κόσμος, έχουν βαρεθεί τις δικαιολογίες, για κάτι που θα έπρεπε να φέρει λύσεις και όχι να προσθέσει προβλήματα. Σε όλη την Ευρώπη η εφαρμογή του VAR στα μεγαλύτερα πρωταθλήματα, όπως σε αυτά της Αγγλίας, της Ισπανίας και της Ιταλίας, αλλά και στο Champions League, αποτελεί αξιόπιστο παράγοντα του παιχνιδιού, που δίνει λύσεις στον διαιτητή, ο οποίος με την σειρά του έχει την δυνατότητα ο ίδιος να κρίνει και να αποφασίσει.
Στην Ελλάδα, ο διαιτητής κρύβεται πίσω από τις υποδείξεις του VAR και ασπάζεται την κάθε απόφαση, χωρίς καν να μπει στην διαδικασία να δει τα replay. Με άλλα λόγια, οι Ελληνες διαιτητές, υπό την πίεση των τελευταίων ετών στο πρόσωπό τους, έχουν γίνει άβουλα όντα του παιχνιδιού, κάτι που σίγουρα θα το πληρώσουν και αυτοί, αφού η προσφορά τους δεν θα αξιολογείται ανάλογα, αλλά και το Ελληνικό ποδόσφαιρο, σε βάθος χρόνου.
Ο Σταύρος Κουράκος είναι δημοσιογράφος από το 1997, μέλος της ΕΣΗΕΑ από το 2004 και του ΠΣΑΤ. Έχει εργαστεί στον "Πρωταθλητή", στο TV Magic, στο Sport TV και είναι συνιδρυτής του Rednews.gr από το 2007. Εργάζεται στον τηλεοπτικό σταθμό Action24