Μεγάλη συνέντευξη στο «lasprovincias.es» έδωσε ο Νταβίντ Φουστέρ, με τον Ισπανό να αποθεώνει τον Ολυμπιακό και τον κόσμο του, ο οποίος αρχικά τον αμφισβήτησε και στην συνέχεια τον αποθέωσε.
Αναλυτικά ο Φουστέρ μίλησε:
Για τον πιο ταλαντούχο συμπαίκτη του: «Στη Βιγιαρεάλ ο Ρικέλμε. Ήταν απίθανο και αδύνατο να του πάρεις την μπάλα. Ο Ιμπαγάσα στον Ολυμπιακό επίσης. Φοβεροί παίκτες και ειδικά στο πόσο πιο εύκολο έκαναν το παιχνίδι για τους συμπαίκτες τους».
Για τον κόουτς που τον σημάδεψε: «Ο Βαλβέρδε. Ο άνθρωπος που έβρισκε το καλύτερο σε εσένα. Στον παίκτη που είχε. Με βελτίωσε σε πολλούς τομείς του παιχνιδιού μου. Στο πως να δίνω την τελευταία μπάλα και ακόμα και να τελειώνω σωστά μία φάση. Με έκανε πιο αποτελεσματικό. Τον είχα πριν τον Ολυμπιακό αλλά και μετά».
Για το πως έγινε αρχηγός στον Ολυμπιακό: «Στα πρώτα παιχνίδια άκουγα σφυρίγματα από την εξέδρα καθώς δεν ήξεραν το όνομά μου. Ο κόουτς με έβαζε συνέχεια. Αυτά τα σφυρίγματα και οι αμφιβολίες της εξέδρας παρέμειναν αλλά εγώ ποτέ δεν τα παράτησα. Χάρη στην πίστη του Βαλβέρδε ήξερα πως έπρεπε να προσαρμοστώ και να πετύχω σε μία ομάδα με 10 διαφορετικές εθνικότητες. Βρέθηκα να έχω βάλει 13 γκολ και ο κόσμος να τραγουδάει το όνομά μου. Να αφιερώνει συνθήματα και τραγούδια για μένα. Να με σταματάνε στον δρόμο. Είναι κάτι που μου το έδωσε απλόχερα. Σαν να μην τους κόστιζε τίποτα. Μου έδωσε μεγάλη δύναμη. Ο κόσμος του Ολυμπιακού με έκανε αρχηγό στην ομάδα».
Για τα ελληνικά του και την κουλτούρα στην Ελλάδα: «Ναι μπορώ να κάνω μία επαρκή συζήτηση στα ελληνικά. Μπορεί να κολλάω λίγο αλλά μπορώ. Και πάλι όμως δεν θεωρώ ότι είμαι στο καλύτερο δυνατό επίπεδο. Στην Ελλάδα ζούσαν έναν πιο χαλαρό τρόπο ζωής. Ο καιρός εξαιρετικός και το φαγητό τρομερό. Όταν τους έλεγες κάτι όμως σου έλεγαν ‘αύριο, αύριο’ (το λέει στα ελληνικά). Ήταν πιο cool σε αυτό. Για μένα δεν ήταν δύσκολο να προσαρμοστώ γενικά πάντως. Ζούσαμε σε μία περιοχή κοντά στην θάλασσα. Η οικονομική κρίση χτύπησε πάντως και την Ελλάδα και έβλεπες ανθρώπους που περνούσαν δύσκολα. Ο Ολυμπιακός είναι η ομάδα του Πειραιά. Μίας περιοχής με λιμάνι και με πολλούς εργάτες. Μια ομάδα που πάντα βοηθούσε τον κόσμο και όχι μόνο στον Πειραιά».
Για το τι του λείπει: «Να κάθομαι στη βεράντα και να πίνω έναν φραπέ. Τα νησιά επίσης. Το πάθος της χώρας και των ανθρώπων της. Το πάθος του κόσμου που δεν σταματάει για 90 λεπτά ή όσο διαρκεί ένα ματς. Ανατριχιάζεις όταν ακούς όλον αυτόν τον κόσμο να τραγουδάει το όνομά σου. Ανατρίχιαζα όταν φώναζαν το όνομά μου. Ένα ολόκληρο γήπεδο. Σου σηκώνεται η τρίχα. Αυτό για μένα αξίζει πάνω από όλα μαζί με την δουλειά και τους τίτλους».
Για το εάν τον αναγνωρίζουν πιο πολύ από τη Βαλένθια: «Πολύ περισσότερο. Μου έχει τύχει να με αναγνωρίσουν μόλις βγήκα από το αεροπλάνο. Αμέσως».
Για τους τίτλους του: «Ναι ήταν έξι πρωταθλήματα και τρία Κύπελλα στην Ελλάδα και η συμμετοχή στο Champions League και το Europa League. Βλέποντας πίσω στην καριέρα μου και από το που προήλθα έκανα πολύ δρόμο και ένα ωραίο ταξίδι. Έπαιξα σε διάφορες κατηγορίες, σκόραρα, καθιερώθηκα και πέτυχα. Θυμάμαι τη στιγμή με το γκολ με την Άρσεναλ. Είμαι περήφανος για το ταξίδι που έκανα. Εκπλήρωσα όλα τα όνειρά μου».
Είσαι στο μυαλό κάτι μαγικό
όπου πας εσύ πάντα θα μαι εγώ
να σου τραγουδώ
Θρύλε ολέ, ολέ, Θρύλε ολέ, ολέ...